«Ο Κατηραμένος Όφις», Ανάλυση (5 από 6)

iii) Στο τέλος όλων των «ιερών κειμένων», μας διαβεβαιώνει η Μαρία Οικονομοπούλου στο πρώτο τμήμα του βιβλίου, υπάρχει η «υπογραφή του Θεού». Ο Νίκος δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει για ποιον Θεό μιλούν, μια και υπάρχουν τόσοι μύθοι και καρικατούρες. Όμως εκείνη, σοβαρή και υψηλή σαν κάποια αρχαία προφήτισσα, εξηγεί:

«Αυτός που έφτιαξε και την ΑΡΗΣ. Ο ίδιος που στην πραγματικότητα σχεδίασε τους Πρωτοπλάστους -και όλα τα αναρίθμητα αποτυχημένα αντίγραφά τους πριν από αυτούς- και τον κόσμο όλο. Αυτός που έφυγε και δε μας είπε τίποτε. Που άφησε μόνο μια υπογραφή, μια μυστηριώδη λέξη κάπου στο τέλος όλων των γραπτών…».

Ίσως κάποιος αναγνώστης με ισχυρή μνήμη (ή κάποιος που κάνει δεύτερη ανάγνωση) θα συγκρατήσει το σημείο και την «υπόσχεση» του συγγραφέα να αποκαλύψει ποια ήταν αυτή η υπογραφή, η μία και μόνη λέξη, που δόθηκε όχι από κάποιον διανοητή, το Σύστημα, τον Νέο Μωυσή ή οποιονδήποτε θαυμαστή του, αλλά από ένα ανώτερο Ον. Θα περιμένει ωστόσο μάταια. Διότι, όπως για τον Τομέα Β΄ δε λέγεται κάτι συγκεκριμένο αλλά αφήνεται στην ενόραση του αναγνώστη, ακόμη περισσότερο κάτι τέτοιο συμβαίνει για τη μονολεκτική απάντηση του Θεού σε όλα αυτά.

Τι όμως θα μπορούσε να λέει άραγε ο Θεός και πώς θα ξέραμε ότι κάτι που γράφτηκε σε κάποιο περιθώριο (ή στο τέλος) ενός χειρογράφου ή ηλεκτρονικού εγγράφου έχει υπερκόσμια προέλευση; Θα αρχίσω από το τελευταίο ερώτημα: Δεν μπορούμε να ξέρουμε. Γι’ αυτό και… δεν υπάρχει!

Στην πραγματικότητα, ο Θεός δεν έγραψε κάτι, αλλά είπε μία λέξη μόνο – κι αυτή, «στο τέλος». Ποια σημασία εξάλλου θα είχε το «τέλος», εφόσον έχουμε διάφορα κείμενα του ΝΜ, γραμμένα σε ποικίλες περιόδους, έχουμε email, μηνύματα, σχέδια, χειρόγραφα, γράμματα ταχυδρομείου, προφορικές εντολές, και φυσικά πράξεις; Ο Θεός όμως, λέει, μίλησε στο «τέλος» όλων αυτών. Ποιο είναι αυτό το τέλος;

Για να δώσω μια άμεση απάντηση, δεν πρόκειται για το τέλος αλλά για το συμπέρασμα. Ο Θεός δείχνει στον ΝΜ ένα τεράστιο όραμα με το μέλλον του, σε διάφορες παραλλαγές και εξελίξεις. Όλες καταστροφικές. Αυτό που ουσιαστικά του λέει -και εκείνος το καταλαβαίνει, γιατί δεν είναι ανόητος αλλά μάλλον εξαιρετικά ευφυής- είναι ένα «ΟΧΙ». Δίχως φωνήεντα και σύμφωνα, δίχως έκταση στον χρόνο, δίχως ήχο. Ένα «όχι» πλανιέται επάνω από τα πάντα, ένα «μην το κάνεις!», που σημαίνει ταυτόχρονα και «μην το πάθεις!». Ένα «φύγε από τον Αίγυπτο, όσο ακόμη προλαβαίνεις!». Στην αρχή μάλιστα του τελευταίου τμήματος του βιβλίου, στο σημείο όπου η θεία τον φωνάζει για πρωινό με τη άχαρη φωνή της, διαβάζουμε τα εξής:

Η θεία φαίνεται πείστηκε για αυτό που την ενδιέφερε και έφυγε. Ακόμη ένα λεπτό μόνος. Μια ελάχιστη χαραμάδα ελευθερίας. Ώστε αυτή λοιπόν θα ήταν η νέα του ζωή από δω και πέρα; Θα προσπαθούσε να κρύβεται ακόμη και μες στον Παράδεισο;
«Όχι!» απάντησε μέσα του μια φωνή.
Παράξενο: Δεν ήταν η δική του φωνή. Ήταν του «Άλλου». Εκείνου που του είχε δείξει, όπως κάποτε παλιά στον αρχαίο Μωυσή το μακρινό παρελθόν της Γης, σε τούτον το δικό του τρομερό μέλλον.
«Όχι» επανέλαβε κι αυτός.

Ο Θεός λοιπόν δίνει ΕΝΑ όραμα, χαράσσει ΜΙΑ λέξη, κάνει ΜΙΑ επίσκεψη. Όλα έχουν ως πλήθος τη μονάδα, τον ιερό και απόλυτο αριθμό. Ποτέ κάτι περισσότερο. Όμως πρόκειται για μία αλλιώτικη μονάδα, διαφορετική από τα μέτρα των ανθρώπων. Η ιδέα μού ήρθε από το διήγημα του Χ.Λ. Μπόρχες «Undr», όπου ένας αμόρφωτος λαός του Βορρά κατέχει μία Λέξη που περιλαμβάνει όλες τις λέξεις, όλα τα αντικείμενα και τα σύμβολα, και ελάχιστοι γνωρίζουν ποια είναι αυτή ή μπορούν να την προφέρουν. (Η ιδέα της υπερπληρότητας ή και της απειρότητας σε ένα μόνο αντικείμενο εμφανίζεται και σε άλλα έργα του ίδιου συγγραφέα.) Στον «Κατηραμένο Όφι» λοιπόν έχουμε μια άηχη λέξη, που είναι ταυτόχρονα ένα όραμα, είναι μία νύχτα, είναι μία ολόκληρη ζωή, για την ακρίβεια πολλές ζωές, πολλοί άνθρωποι, ο κόσμος όλος – και ταυτόχρονα το τίποτε, επειδή όλα τούτα δεν έχουν συμβεί ούτε πρόκειται ποτέ να συμβούν.

iv) Συναφές με το προηγούμενο σημείο είναι και το εξής: Τι είναι τελικά ο Κατηραμένος Όφις; Μια τρομοκρατική οργάνωση; Μια ιδεολογία; Ένα σύμβολο; Ίσως ένα πραγματικό πρόσωπο; Μήπως ο ίδιος ο ΝΜ; Η Μαρία Οικονομοπούλου δίνει στον Νίκο μια απάντηση που μπερδεύει περισσότερο τα πράγματα:

«Κανείς δε γνωρίζει αν ήταν κάποιου είδους έμβιο ον, μια υπερ-εξελιγμένη μηχανή, ή ίσως… ένας θεός. Δεν ξέρουμε καν αν επρόκειτο για τμήμα αυτού του σύμπαντος. Και φυσικά δεν έχουμε ιδέα πώς λεγόταν».

Και σε άλλο σημείο μας πληροφορεί:

Σε κάθε διήγηση που αφορά τον ΝΜ, υπάρχει πάντα ένας τρίτος άνθρωπος -ο ίδιος άραγε;- ένα ον ανώνυμο και άγνωστο, που ξέρει πολύ περισσότερα από όσα θα ήταν δυνατό να γνώριζε ακόμη και ο πιο πιστός μαθητής του Δασκάλου. Όπως δεν ξέρουμε πολλά για τον Νέο Μωυσή, ακόμη λιγότερα, για την ακρίβεια τίποτε, γνωρίζουμε για τον «βιογράφο» του, που κατά πάσαν πιθανότητα ήταν και ο πνευματικός οδηγός του.
– Ο ανώνυμος Γιαχβέ με τον οποίο μιλούσε ο Μωυσής; ρώτησε ο Νίκος.
– Κοντά βρίσκεσαι. Και η απάντηση είναι ίδια: δε γνωρίζουμε.

Ο Νίκος, που ταυτόχρονα είναι και η Μαρία στο όραμα, και ταυτόχρονα κανείς από τους δύο (διότι δεν είναι μόνον αυτός που δημιουργεί την οπτασία αλλά κυρίως εκείνος που τη βλέπει), φτάνει πολύ κοντά στην αλήθεια όταν ρωτάει: «Ο ανώνυμος Γιαχβέ;». Δε θα ήταν παράλογος ο αναγνώστης ο οποίος, έπειτα από όσα έχουν ειπωθεί, θα ισχυριζόταν πως ο Κατηραμένος Όφις, εφόσον ήταν αυτός που έφερε σε επαφή τα δύο μισά, που απελευθέρωσε από την καταδίκη, αυτός για τον οποίο δεν ξέρει κανείς τίποτε, ούτε καν ο ίδιος ο Νίκος Μανωλόπουλος, εφόσον βρίσκεται παντού, γνωρίζει τα πάντα κι όμως δεν έχουμε κάποια φωτογραφία ή έστω ένα όνομα από αυτόν, εφόσον είναι εκείνος που έσωσε και δεν κατάστρεψε, αλλά ενθάρρυνε, παρηγόρησε και κατεύθυνε, τότε, όπως μας οδηγούν όλες οι ενδείξεις να υποψιαστούμε, δεν είναι ο Σατανάς της Παλαιάς Διαθήκης, ούτε μια τρομοκρατική οργάνωση, ή ένα αόρατο, καταχθόνιο σύστημα, αλλά κάτι εντελώς φωτεινό, υπερκόσμιο, σοφό, αιώνιο: ο Θεός!

v) Ο Στέργιος Δημητριάδης σε κάθε εναλλακτική πραγματικότητα είναι αφεντικό, καθηγητής, και γενικά κάποιος ανώτερος στην ιεραρχία από τον Νίκο. Η Μαρία Οικονομοπούλου σε κάθε εναλλακτική πραγματικότητα είναι “straight”, όπου αυτό εννοείται σε σύγκριση με τα πρότυπα που θεωρεί σωστά η συγκεκριμένη πραγματικότητα. Άρα ο πρώτος είναι αιώνια «διευθυντής», ενώ η δεύτερη, αιώνια «σωστή». Ο πρώτος σε κάθε περίπτωση έχει βάλει έξτρα δουλειά, την οποία ο Νίκος δεν μπορεί να φέρει εύκολα εις πέρας. Η δεύτερη, σε κάθε περίπτωση, είναι η συνεργάτιδά του σε αυτή τη δουλειά, η φίλη, το αντικείμενο του πόθου του – αλλά κυρίως εκείνη που τον προδίδει και τον οδηγεί στον θάνατο. Ο Νίκος πάλι, σε κάθε εναλλακτική πραγματικότητα, είναι το θύμα, ο πονεμένος, αυτός που αναζητά διέξοδο αλλά δεν μπορεί να τη βρει – και αυτός που στο τέλος εκδικείται βάφοντας τα χέρια του στο αίμα.

Θαρρείς και υπάρχει ένα μοτίβο από το οποίο κανείς δεν μπορεί, ή μάλλον δεν έχει καν διανοηθεί, να αποδράσει. Άραγε έτσι είναι όλοι οι άνθρωποι; Άραγε σε κάθε νέα εναλλακτική ματιά του Θεού πριν τη δημιουργία του κόσμου, εμείς παραμέναμε με τα ίδια ελαττώματα, με τα ίδια -μάταια- οράματα, αν και με διαφορετικά ονοματεπώνυμα, διευθύνσεις και επαγγέλματα, αλλά το ουσιαστικό τμήμα της ιστορίας -ΕΜΕΙΣ- δεν αλλάζαμε ποτέ; Το μυθιστόρημα δε δίνει απάντηση σε αυτό το αμείλικτο ερώτημα (που δεν είναι ακριβώς θεολογικό αλλά υπαρξιακό), αφήνει ωστόσο μια ελπίδα στο τέλος πως, έστω ο πρωταγωνιστής, θα κατορθώσει να ξεφύγει.

vi) Το περιστατικό στο δεύτερο τμήμα του βιβλίου, όπου η Μαρία κατηγορεί τον Νίκο για σεξουαλική παρενόχληση και απαιτεί την εκδίωξή του από την εταιρεία, είναι εμπνευσμένο από την πραγματική τραγική ιστορία ενός φίλου μου, που τον οδήγησε έως και τον θάνατο… Όμως δε θα πω εδώ περισσότερες λεπτομέρειες.

vii) Οι Πρωτόπλαστοι δεν ήταν κυριολεκτικά πρωτόπλαστοι. Ήταν «Μυριοστόπλαστοι». Ακαταμέτρητος αριθμός, ίσως ακόμη και εκατομμύρια, από ζεύγη ζευγών είχαν προφανώς πλαστεί -και καταστραφεί- από τον Δημιουργό, μέχρι να φτάσουμε στην «Τελική Μορφή». Κανείς τους δεν είχε καταφέρει -μερικοί δεν είχαν καν διανοηθεί- να αποδράσουν από τον Παράδεισο και να ατενίσουν από μακριά με δέος την εξαίσια όψη της Κόλασης να φλέγεται αιωνίως…

Αυτά λέει η Μαρία στον Νίκο. Πρόκειται για ένα από τα θέματα που θα είχαν πολύ ενδιαφέρον, παρ’ όλα αυτά δεν αναπτύσσονται τελικά περισσότερο στο βιβλίο. Ο Παράδεισος των Νέων Γραφών είναι κάτι σαν κοσμικών διαστάσεων πείραμα Ευγονικής, όπου ο άγνωστος Θεός δημιουργεί όντα, τα οποία υποβάλλει σε σειρά από δοκιμασίες, προσπαθώντας να επιτύχει μια επιθυμητή τελειότητα. (Η οποία δε μαθαίνουμε από ποια στοιχεία συνίσταται ή σε τι θα χρησιμεύσει.) Ο μικρός, που υφίσταται σεξουαλική -και όχι μόνο- κακοποίηση, που αργότερα ενηλικιώνεται και είναι πλημμυρισμένος από μίσος προς την ανθρωπότητα και τον Θεό, επειδή τον εγκατέλειψαν και αδιαφόρησαν για τα βάσανά του, φτάνει να πιστεύει πως όλο αυτό δεν πρόκειται για κάτι τυχαίο (ή μοιραίο) αλλά για κάτι προγραμματισμένο. Όπως φαίνεται, κάποτε, όταν φτάσουμε στο νιοστό «δείγμα», θα μπορέσει να συμβεί η Μεγάλη Απόδραση. Ο μικρός Moses τελικά είναι το νιοστό δείγμα. Άραγε υπήρξαν κι άλλοι πριν από αυτόν; Τι έχουν απογίνει; Μήπως τελικά δεν είναι ελεύθερος, αλλά απλά το υποκείμενο κάποιου υπερκόσμιου πειράματος; Να σημειώσω πως κάτι τέτοιες ιδέες και ερωτήματα υπάρχουν σε ιστορίες επιστημονικής φαντασίας, όπου οι «θεοί» εξωγήινοι πειραματίζονται και χρησιμοποιούν για άγνωστους σκοπούς τους ανθρώπους – ή ίσως απλά από ματαιοδοξία. Ο Θεός του μικρού Moses όμως, δε φαίνεται να είναι τέτοιος.

Διαβάστε ΕΔΩ τη συνέχεια του άρθρου…

Scroll to Top