Πάρκο

1

[Κεφ. 9: Τα χαρίσματα της απεραντοσύνης]

Το ίδιο σιωπηλά έφυγαν και οι υπόλοιπες ώρες αφότου επέστρεψε στο σπίτι. Η τηλεόραση παρέμεινε κλειστή κι από τα ανοιχτά παράθυρα οι ήχοι έμπαιναν λεπτοί και διακριτικοί. Βούλιαξε σε μια ολοκληρωτική σιωπή, που απλωνόταν ακόμη και στους κόσμους των σκέψεων.

    Είχε ήδη σκοτεινιάσει όταν αποφάσισε να βγει μια βόλτα. Το φεγγάρι ανέβηκε ψηλά και στο κρύο ασημένιο φως του οι πολυκατοικίες, τα πεζούλια, τα σοκάκια θύμιζαν νεκρές επιφάνειες, μεταξύ φωτός και σκότους, που ταξίδευαν χωρίς προορισμό στο αχανές διάστημα. Εκείνος περπατούσε αργά, δίχως να ορίζει την κατεύθυνση, μόνος ανάμεσα στους υψηλούς, πολυώροφους τάφους που απάρτιζαν μιαν ολόκληρη πόλη. Μια πόλη που μπορούσε να μεταμορφώνεται ανάλογα με την ψυχική διάθεση ενός συγκεκριμένου ανθρώπου. Άλλοτε έσφυζε από ζωή και φως. Κι άλλοτε πάγωνε, μαρμάρωνε από κάποιο κρύο άγγιγμα κι ένας ανατριχιαστικός αέρας κυκλοφορούσε τότε ανάμεσα στους δρόμους.

2

Ποτέ δε θα κατάφερνε να καταλάβει. Πάντα θα περιπλανιόταν ανάμεσα σε ανθρώπους που περπατούν ολόγυρα, που μιλούν, χαίρονται, που είναι τόσο σίγουροι για όλα, γεμάτοι εύκολη κατανόηση του κόσμου, ασφαλείς μέσα σε τούτη τη στέρεα γνώση. Αντίθετα με όλους αυτούς ο Φίλιππος Μακρίδης θα πετά σαν φάντασμα ανάμεσα σε πραγματικότητες που δεν μπορεί να αγγίξει, σε όνειρα, σε φώτα μυστηριώδη και σκοτάδια πλασμένα στα ξαφνικά αποκλειστικά γι’ αυτόν.

    Θα είναι πάντα μόνος. Δεν έχει φίλους, αλλά κι αν φτιάξει, ποτέ δε θα είναι αληθινοί φίλοι. Γιατί δεν είναι σαν κι αυτόν. Δε μοιάζουν καθό­λου με αυτόν!

3

Όμως στο τέλος τι να συμβαίνει άραγε σε τούτον τον κατώτερο υπάλληλο μιας μεγάλης, πολυεθνικής εταιρείας; Γιατί διαφέρει από τα υπόλοιπα χιλιάδες στελέχη της ανά την υφήλιο; Γιατί επίσης δε μοιάζει διόλου στους εκατοντάδες χιλιάδες Θεσσαλονικείς, οι οποίοι αρκετοί από αυτούς, παρόμοια με τον ίδιο, ήρθαν εδώ από άλλες πατρίδες; Το πιο αλλόκοτο από όλα: Γιατί η πόλη αυτή, λες και δεν είναι απλά το σύνολο των κατοίκων της, αλλά μαζί μ’ αυτό και κάτι πολύ πιο ασυνήθιστο; – ένα αυτόνομο, ζωντανό ον! Τον υποδέχτηκε με τόσο διαφορετικό τρόπο. Τον βασάνισε, τον απομόνωσε, τον δόξασε τώρα προσδίδοντάς του υπερφυσικές δυνάμεις τις οποίες δεν έχει.

    Όμως… σίγουρα δεν έχει;

Scroll to Top