Impossible – Πέτρος Ευαγγελόπουλος | Συγγραφέας – Λογοτεχνία Φανταστικού – Μυθιστόρημα – Θρίλερ – Θεσσαλονίκη https://petrosevag.gr Πέτρος Ευαγγελόπουλος | Συγγραφέας - Λογοτεχνία Φανταστικού - Μυθιστόρημα - Θρίλερ - Θεσσαλονίκη Mon, 10 Feb 2020 11:52:15 +0000 el hourly 1 https://wordpress.org/?v=6.1.6 Μικροί Δεινόσαυροι-Μέρος Δ΄ https://petrosevag.gr/%ce%bc%ce%b9%ce%ba%cf%81%ce%bf%ce%af-%ce%b4%ce%b5%ce%b9%ce%bd%cf%8c%cf%83%ce%b1%cf%85%cf%81%ce%bf%ce%b9-%ce%bc%ce%ad%cf%81%ce%bf%cf%82-%ce%b4%ce%84/ Sat, 08 Feb 2020 17:45:07 +0000 http://petrosevag.gr/?p=1941 Μικροί Δεινόσαυροι-Μέρος Δ΄ Περισσότερα »

]]>
Όμως ας ολοκληρώσουμε την περιήγησή μας στο ανείπωτα μικρό, μελετώντας ένα άλλο, εκπληκτικό νανο-διήγημα. Η Dorothy Parker (1893-1967) ήταν Αμερικανίδα συγγραφέας, ποιήτρια, κριτικός, φεμινίστρια και σοσιαλίστρια, με φιλελεύθερες απόψεις και ταραχώδη ζωή. Η σατιρική της ικανότητα έκρυβε ικανοποιητικά τη σοβαρή κατάθλιψη από την οποία έπασχε και τις απόπειρες αυτοκτονίας. Έχει αποτυπώσει με επιτυχία κάποιες από τις κοινωνικές ιδιορρυθμίες του 20ού αιώνα σε διάφορα κείμενά της. Στο διήγημά της “A Telephone Call” (έκτασης 2.373 λέξεων) περιγράφει την ψυχική κατάσταση μιας κοπέλας που περιμένει -μάταια- δίπλα στο τηλέφωνο να την καλέσει ο σύντροφός της. Αν και θεωρείται από πολλούς ένα ενδιαφέρον κείμενο, ωστόσο έχει γράψει κάτι άλλο, κατά τη γνώμη μου πολύ ανώτερο. Τίτλος του:

Αναμονή

Όταν το τηλέφωνο δε χτύπησε, ήξερα πως ήσουν εσύ.

Μέσα σε ελάχιστες λέξεις δημιουργεί μια ατμόσφαιρα τρομερής αναμονής. Αιώνιας… Δίχως τέλος, πιθανόν και δίχως αρχή… Όχι φυσικά επειδή το κουδούνισμα τελικά δεν ακούστηκε -θα είχαμε τότε την τυπική περίπτωση μιας ερωτευμένης γυναίκας που περιμένει εναγωνίως να μιλήσει με τον αγαπημένο της-, αλλά επειδή τούτα τα λεπτά, ή ίσως ώρες, σιγής μέσα στο δωμάτιο, πλάι στη συσκευή του τηλεφώνου, μοιάζουν να διαστέλλονται ως το άπειρο. Αυτό το καταφέρνει η συγγραφέας με τα πλέον λιτά μέσα: με ένα «δεν» στην πρώτη πρόταση και με ένα «ήξερα» στην τελευταία. Διότι στον φυσιολογικό τρόπο γραφής θα περιμέναμε είτε κάτι σαν το: «Όταν επί ώρα δε χτύπησε το τηλέφωνο, κατάλαβα πως με είχες ξεχάσει» είτε το: «Όταν το τηλέφωνο χτύπησε, ήξερα πως ήσουν εσύ». Εδώ όμως συμβαίνει κάτι πολύ διαφορετικό: Το πρώτο άκρο της μίας εκδοχής περιστρέφεται (με την αφαίρεση του «επί ώρα») και συγκολλάται στο δεύτερο άκρο της άλλης.

Ας κάνουμε στο σημείο αυτό μια χρήσιμη παρένθεση από τον κόσμο των Μαθηματικών. Ο Γερμανός μαθηματικός August Möbius δημιούργησε το 1858 ένα είδος γεωμετρικού σχήματος, που σε κάποιες μορφές του είναι αδύνατον να απεικονιστεί στον Ευκλείδιο χώρο. Η «Λωρίδα του Möbius», σε αντίθεση με ό,τι γνωρίζουμε εκ πείρας, έχει μόνο μία πλευρά. Η πιο απλή εκδοχή της μπορεί να υλοποιηθεί αν πάρουμε ένα ορθογώνιο κομμάτι χαρτί, περιστρέψουμε το ένα άκρο του και το ενώσουμε στο άλλο. Μια κωμική -αλλά και ανατριχιαστική- απεικόνιση σε κάποια παλιότερα βιβλία μαθηματικών, έδειχνε τη Λωρίδα και μια σειρά από μυρμήγκια που περπατούν πάνω της. Τα μυρμήγκια δεν πρόκειται ποτέ να βρουν κάποια έξοδο, αλλά θα επανέρχονται αμέτρητες φορές στην αρχή, έχοντας διασχίσει ΚΑΙ τις δύο πλευρές, που είναι ωστόσο μία, αυτού του αλλόκοτου σχήματος…

“Möbius Strip II”, ξυλόγλυπτο του M. C. Escher

Είπε το μυρμήγκι:
Ολοένα γυρνάμε από εδώ και από εκεί
και το μόνο που έχουμε βρει
είναι πως η άλλη πλευρά δεν είναι εκεί.

Ας μη χαμογελάσει κανείς επειδή μιλάμε για μυρμήγκια. Τα πραγματικά μυρμήγκια δεν είναι διόλου χαζά. Δεν αναζητούν ούτε συνηθίζουν να εισχωρούν σε παράξενα αδιέξοδα. Σε τέτοιου είδους καταστάσεις μπλέκουν συνήθως μόνον οι άνθρωποι…

Υπάρχει μια ολόκληρη κινηματογραφική ταινία (“Möbius”) του 2013 με αυτή την αρχιτεκτονική στην πλοκή της. Πρωταγωνιστές, οι πολύ καλοί ηθοποιοί Jean Dujardin, Cécile de France και Tim Roth. Μια χαρακτηριστική φράση της ταινίας: “You think people are working for you but actually you are working for them.” («Νομίζεις ότι οι άλλοι δουλεύουν για σένα, όμως στην πραγματικότητα δουλεύεις εσύ για αυτούς».) Το σενάριό της στηρίζεται στην ανατροπή του ίδιου του σεναρίου, και τελικά και των απλών κανόνων της λογικής. Κι όμως εμείς παρ’ όλα αυτά επιμένουμε να ερμηνεύσουμε την ιστορία με τους απλούς κανόνες της λογικής… Όταν φτάσουμε στο τέλος της, και επειδή το τέλος κάθε ταινίας με ανατροπές εξηγεί την αρχή, πηγαίνουμε στην αρχή με τις νέες γνώσεις που αποκτήσαμε, όμως η αρχή μοιάζει να μην είναι αρχή αλλά τέλος. Διότι είναι περιεστραμμένη… Αυτό μας τρομάζει, επειδή η ανθρώπινη λογική απαιτεί δύο πλευρές σε ένα επίπεδο σχήμα. Και όχι μία, η οποία είναι δύο. Ξανά πηγαίνουμε στο τέλος και από εκεί στην αρχή και από εκεί στο τέλος… Σαν ένα γεωμετρικό σχήμα από κάποιο Möbius-τύπου σύμπαν, το οποίο αγωνιζόμαστε να το τεντώσουμε, να το ισιώσουμε, προκειμένου τελικά να το απεικονίσουμε στον αυστηρό μα τόσο οικείο στο μυαλό μας Ευκλείδειο χώρο. Όμοια δηλαδή και με το, σχεδόν υπεράνθρωπο, αδιέξοδο που διαπραγματεύεται στον ελάχιστο χώρο του το προηγούμενο διήγημα της Dorothy Parker. Ακολουθείστε παρακαλώ τον συλλογισμό του δικού μου «μυρμηγκιού», που ωστόσο και αυτός δε βγάζει πουθενά:

Οποιαδήποτε μυθιστορηματική πλοκή, είτε εκτενής είτε σύντομη, τοποθετείται σε ένα διάστημα χρόνου και περιέχει ένα ή περισσότερα γεγονότα. Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι ξαφνικά στην ιστορία μας, σε κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή, συναντούμε ένα γεγονός. Τότε αναμένουμε να διαβάσουμε κάπου στη συνέχεια ποιο είναι το αποτέλεσμά του. Σε τούτη δω την ιστορία όμως συμβαίνει κάτι πολύ διαφορετικό: Η άρνηση στην πρώτη πρόταση («δε χτύπησε»), είναι ένα ΜΗ-γεγονός. Βέβαια, πρόκειται για κάτι απόλυτα φυσιολογικό σε μια ιστορία, το να πούμε ότι μια πράξη τελικά δε συνέβη. Ωστόσο σκεφτείτε πιο προσεκτικά: Σε τέτοιες περιπτώσεις είτε θα υπάρχει ένα πρότερο γεγονός, στο οποίο δεν επακολουθεί αντίδραση (π.χ.: «Τον ρώτησε, αλλά εκείνος δεν απάντησε»), είτε θα υπάρχει ένα ολόκληρο χρονικό διάστημα κατά το οποίο ένα γεγονός ποτέ δε συνέβη (π.χ.: «Περίμενα είκοσι λεπτά, όμως κανείς δεν ήρθε»).

Στο διήγημα της Parker ωστόσο: Αφενός, το μη-γεγονός «συμβαίνει» ήδη στο ξεκίνημα της ιστορίας – οπότε δεν έχουμε πρότερο γεγονός στο οποίο αυτό να έρχεται ως επακόλουθο. Αφετέρου, «συμβαίνει» (ελπίζω ότι κατανοήσατε γιατί μπαίνουν τα εισαγωγικά) σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή! «Όταν δε χτύπησε το τηλέφωνο…». Το «όταν» πάντα, εξ ορισμού, αναφέρεται σε συγκεκριμένο χρονικό σημείο. Όμως σε ποια από τα άπειρα σημεία της δίχως όρια ευθείας του παγκόσμιου χρόνου είναι πιθανόν να αντιστοιχεί τούτο το συγκεκριμένο «όταν»; Μήπως σε όλα; (Φυσικά, από την εγκατάσταση του τηλεφώνου στα αστικά αμερικάνικα σπίτια και μετά…) Αυτή η εξωφρενική διατύπωση οδηγεί τη σκέψη μας, που προσπαθεί αυτόματα να μετατρέψει σε «Ευκλείδεια» όλα τα «σχήματα», στην κατάτμηση του μυθιστορηματικού χρόνου σε απειράριθμα λεπτότατα τμήματα και μέσα σε αυτά να τοποθετήσει -κάπως πιο λογικά πλέον- τη συνθήκη: «Όταν δε χτύπησε…». Είναι λάθος κάτι τέτοιο; Μήπως κάπως έτσι δε θα ενεργούσε και η γεμάτη προσμονή πρωταγωνίστρια αυτής της ιστορίας; Δε θα τεμάχιζε τον προσωπικό χρόνο της αναμονής της σε χιλιάδες αγωνιώδη δευτερόλεπτα;

Αφού το κάναμε λοιπόν αυτό και νιώθουμε πολύ εντάξει με τον εαυτό μας, προχωρούμε στην επόμενη πρόταση του διηγήματος, η οποία ίσως μας προσφέρει ένα μονοπάτι με λιγότερα αγκάθια. Όμως εκεί συναντούμε ένα ξεκάθαρο συμπέρασμα: «ήξερα πως ήσουν εσύ». Ωστόσο, κάθε συμπέρασμα, ή αποτέλεσμα, θετικής μορφής -όπως το «ήξερα» (ποιος είναι στην άλλη άκρη του τηλεφώνου)- απαιτεί κάτι που έχει συμβεί. Η συγγραφέας εντούτοις κατέληξε σε ένα θετικό συμπέρασμα που δεν αντιστοιχεί σε τίποτε… Χωρίς να έχουμε λοιπόν επιτύχει το παραμικρό, εκτός του ότι έχουμε φορτωθεί δύο ασήκωτα λογικά βάρη μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα ανάγνωσης, και επειδή επιθυμούμε να μάθουμε τι προκάλεσε τέλος πάντων ένα τέτοιο παράδοξο συμπέρασμα, επιστρέφουμε και πάλι στην πρώτη πρόταση και στο επόμενο απειροελάχιστο τμήμα χρόνου. Επειδή ίσως συνέβη όντως κάτι ακριβώς σε κείνο το επόμενο τμήμα – παρόλο που ήδη, εξαρχής, γνωρίζουμε πως σε κάθε dt φέτα χρόνου θα ανακαλύπτουμε ξανά και ξανά ένα μη-γεγονός. Θα συναντούμε κάθε φορά το τρομερό για την πανανθρώπινη λογική απόλυτο κενό…

Και πάλι στο σημείο αυτό μία παρένθεση, από διαφορετικό είδος τέχνης τούτη τη φορά. Στο μεγαλοφυές και πολύπλοκο έργο του Μπαχ «Μουσική προσφορά» (“Das Musikalische Opfer”) συναντούμε μια σύντομη, αινιγματική μελωδία. Πρόκειται για έναν «καρκινικό κανόνα», όπως λέγεται στη μουσική ορολογία, επειδή μπορεί να παιχτεί από την αρχή προς το τέλος αλλά και από το τέλος προς την αρχή. Μπορεί επίσης να παιχτεί ταυτόχρονα από δύο μουσικούς (ή φωνές ή χέρια) με αντιστικτική μορφή, οι οποίοι θα ξεκινούν ο ένας από την αρχή και ο άλλος από το τέλος, θα διασταυρώνονται πάνω στο πεντάγραμμο, θα φτάνουν στα άκρα της μελωδίας και ύστερα θα παλινδρομούν, σε μία ατέρμονη επανάληψη και διασταύρωση, που ωστόσο δε μοιάζει ούτε με επανάληψη ούτε με διασταύρωση αλλά με ένα ενιαίο συμπαγές σώμα, το οποίο δεν προκαλεί κόπωση ή μονοτονία, καθώς δε διαθέτει προεξέχουσες ακμές ή επαναλήψεις. Ένας άπειρος όγκος, που δε φαίνεται να ξεκινά από κάπου ή κάπου πιθανόν να τελειώνει… Ιδιοφυές; Παρανοϊκό; Κάποιοι σύγχρονοι μελετητές συσχέτισαν τούτη τη μουσική λωρίδα (επειδή ένα μοναχικό πεντάγραμμο μοιάζει όντως με λωρίδα) με εκείνη του Möbius.

Μαθηματικά και Μουσική λοιπόν στο ίδιο πιάτο. Μαθηματικά και Λογοτεχνία. Λογοτεχνία και όλες οι Τέχνες, μαζί κι οι Επιστήμες. Το Άπειρο κρυμμένο μέσα στο απείρως μικρό. Όλα εδώ. Μπροστά μας. Αόρατα, κι όμως παρόντα εκεί, πριν ακόμη θαρρείς τα δημιουργήσουν οι ίδιοι οι δημιουργοί τους. Πολύπλοκα – και για πάντα ασύλληπτα στη δύστυχη λογική μας, που επιθυμεί να κλείσει στα μικρά χεράκια της το Ακατανόητο.

Ο Maurits Cornelis Escher (1898-1972), ο καλλιτέχνης που δημιούργησε την απεικόνιση της Λωρίδας του Möbius με τα μυρμήγκια πάνω της, σχεδίασε το 1960 και ένα άλλο πασίγνωστο έργο: το «Ανεβαίνοντας και Κατεβαίνοντας» (“Ascending and Descending”), όπου δύο γραμμές ανθρώπων, ομοιόμορφα ντυμένων, κινούνται αντίστροφα μεταξύ τους και διασταυρώνονται διαρκώς, καθώς οι πρώτοι συνεχώς ανεβαίνουν, ενώ οι άλλοι συνεχώς κατεβαίνουν σκάλες σε έναν άπειρο βρόχο, στην κορυφή ενός απειλητικού οικοδομήματος, το οποίο είναι αδύνατο να κατασκευαστεί, αλλά μόνο να σχεδιαστεί. Και παραμένουν εγκλωβισμένες για πάντα οι βλοσυρές τούτες μεσαιωνικές μορφές στον μικρόκοσμό τους, στο παράξενο τελετουργικό τους, προσηλωμένες στη διάνυση του εφιαλτικού βρόχου, από τον οποίο δεν είναι εφικτή καμία απόδραση, ούτε καν σε θεωρητικό επίπεδο…

“Ascending and Descending”, έργο του M. C. Escher

Και εμείς λοιπόν, σαν τους δύο μουσικούς που εκτελούν με ανάποδη μεταξύ τους φορά και των οποίων διασταυρώνονται ακατάπαυστα οι πορείες πάνω στον Καρκινικό Κανόνα του Μπαχ∙ σαν τα μέλη της «άγνωστης σέκτας» που ανεβοκατεβαίνουν τις παράδοξες σκάλες στον πύργο του Escher∙ όμοιοι με τα φτωχά μυρμήγκια που ψάχνουν μα ποτέ δε βρίσκουν την άλλη πλευρά στη Λωρίδα του Möbius∙ έτσι κι εμείς, περπατούμε πάνω στη σύντομη φράση της Dorothy Parker, με δύο διαχωρισμένα μυαλά, που διασταυρώνονται μεταξύ τους καθώς διασχίζουν με ανάποδη μεταξύ τους φορά -εις αιώνας των αιώνων- τούτο το καταχθόνιο κατασκεύασμα. Και καθώς η μία εκ των δύο προτάσεων ακυρώνει ό,τι έχει πει η άλλη και ταυτόχρονα την απαιτεί, εμείς επανερχόμαστε από τη δεύτερη στην πρώτη, και αντίστροφα από την πρώτη στη δεύτερη, ξανά και ξανά, αμέτρητες φορές, έως πλήρους νοητικής κατάρρευσης, όπως και στην προαναφερθείσα γαλλική κατασκοπευτική ταινία, όπου κανείς δεν κατάλαβε -αν και κάποιοι ισχυρίστηκαν πως ναι-, διότι πολύ απλά η ανθρώπινη λογική μας ψάχνει μία Ευκλείδεια πορεία, η οποία δυστυχώς δεν ανευρίσκεται σε τούτο το συνεστραμμένο (ή μήπως διεστραμμένο;) σύμπαν. Έτσι, επανερχόμαστε δίχως άλλη επιλογή, δίχως άλλη «πλευρά στη Λωρίδα», για τρισεκατομμυριοστή φορά πλάι στο σιωπηλό τηλέφωνο, πλάι στην ανύπαρκτη κοπέλα (διότι ποιος μας είπε ότι υπάρχει κάπου κάποια κοπέλα; Σε ποιο σημείο του κειμένου το γράφει;), σε έναν μυθιστορηματικό χρόνο που ποτέ δεν ολοκληρώνεται, όχι επειδή έχει ακινητοποιηθεί, αλλά εξαιτίας ενός άλλου, πολύ πιο ασυνήθιστου φαινομένου, και παραμένουμε εκεί, κοιτάζοντας επάνω από την άβυσσο, η οποία δεν είναι καταχθόνια επειδή συμπάσχουμε για την έλλειψη αγάπης που βιώνει η οποιαδήποτε ερωτοχτυπημένη ύπαρξη, και άλλα τέτοια συνήθη προβλήματα των ανθρώπων, αλλά επειδή το πνεύμα μας συνθλίβεται και κατακαίεται, εγκλωβισμένο σε τούτη την άναρχη και ατελεύτητη πορεία, από την οποία δεν έχει προβλεφθεί καμία έξοδος.

Εκτός…

Εκτός κι αν η Dorothy Parker, όπως κι ο Augusto Monterroso, ο δημιουργός του «Δεινόσαυρου», ο Alejandro Jodorowsky και άλλοι πολλοί σπουδαίοι συγγραφείς, δεν ήταν στ’ αλήθεια τόσο μεγαλειώδεις και βαθυστόχαστοι όσο νομίζουμε∙ όσο βαθυστόχαστοι και μεγαλειώδεις είναι τελικά οι εκατοντάδες χιλιάδες πιστοί αναγνώστες τους, οι οποίοι ΑΥΤΟΙ αποτελούν στην πραγματικότητα τα μεγάλα μυαλά της λογοτεχνίας (αδύνατο;), ΑΥΤΟΙ τους εξαίρετους δημιουργούς, και πίσω από τα μικρά σαν βακτήρια κατασκευάσματα των υποτίθεται μεγάλων συγγραφέων δεν κρύβεται, δεν κρυβόταν ποτέ καμιά ιδιαίτερη φιλοσοφία, οποιαδήποτε συναρπαστική ιστορία, παρά ήταν το καθένα τους μονάχα μια σύντομη φράση που γράφτηκε τυχαία, χωρίς πολύπλοκη σκέψη, να, just because, εξαιτίας μιας παρόρμησης της στιγμής, και από τότε αιωρούνται για όλους τους επόμενους αιώνες, σαν κάτι παγωμένους βράχους του διαστήματος, σε κάποιο μακρινό, μοναχικό τεταρτημόριο του συγγραφικού διαστρικού κενού, προς ακόρεστη τέρψη -και βασανισμό- όλων των εξερευνητών που θα τα προσεγγίσουν:

«Όταν δε χτύπησε το τηλέφωνο…»

»»————-¤————-««

Σε αυτό το σημείο κανονικά ολοκληρώνεται το άρθρο «Μικροί Δεινόσαυροι», που μελετά τα μικρότερα των μικροτέρων κειμένων. Όμως έπειτα από τη -δίκαιη- εξύμνηση των επιτευγμάτων άλλων συγγραφέων νομίζω πως δικαιούμαι να καταθέσω κι εγώ τη δική μου ελάχιστη συνεισφορά (μια «νανο-συνεισφορά»;) στο πολύ ενδιαφέρον αυτό λογοτεχνικό είδος. Ας σημειωθεί ότι το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί μια πλήρη ιστορία. Και οι λέξεις της μπορεί να διαθέτουν πολλαπλές ερμηνείες: Το «πρωί» ίσως δεν είναι πρωί∙ το «βράδυ», το γνωστό σε όλους μας βράδυ. Πρόκειται για μια εφικτή στην πραγματικότητα, κι όμως το πιθανότερο μεταφυσική -και ανατριχιαστική- ιστορία, η οποία περιέχει όλα εκείνα τα στοιχεία που εντοπίστηκαν στα προηγούμενα μικροσκοπικά κείμενα: Έχει παρελθόν, παρόν, μέλλον. Έχει δράση, συναισθήματα. Έχει ξεκίνημα, κορύφωση, ανατροπή, ένα τέλος. Ένα τέλος… Ναι, πράγματι: Να ένας πολύ ενδιαφέρων τίτλος! Διαβάστε λοιπόν τώρα, στο τέλος όλων των λόγων…


ΤΕΛΟΣ ΑΡΘΡΟΥ


[Πηγές εικόνων:
Φωτογραφία της Dorothy Parker: http://thehistorychicks.com/tag/dorothy-parker/
“Möbius Strip II”:
https://mathstat.slu.edu/escher/index.php/M.C._Escher
“Ascending and Descending”: http://creepypasta.wikia.com/wiki/Ascending_and_Descending]

]]>
Μικροί Δεινόσαυροι-Μέρος Γ΄ https://petrosevag.gr/%ce%bc%ce%b9%ce%ba%cf%81%ce%bf%ce%af-%ce%b4%ce%b5%ce%b9%ce%bd%cf%8c%cf%83%ce%b1%cf%85%cf%81%ce%bf%ce%b9-%ce%bc%ce%ad%cf%81%ce%bf%cf%82-%ce%b3%ce%84/ Sat, 08 Feb 2020 11:45:19 +0000 http://petrosevag.gr/?p=1924 Μικροί Δεινόσαυροι-Μέρος Γ΄ Περισσότερα »

]]>
Αναφερθήκαμε ως εδώ σε υπέρμικρα διηγήματα. Υπάρχει άραγε κάτι μικρότερο και από αυτό; Η απάντηση είναι καταφατική, αλλά ξεφεύγει από τον κόσμο τούτο… Στην παγκόσμια λογοτεχνία, όχι σπάνια, συναντούμε κείμενα που ασχολούνται -έως το σημείο της εμμονής κάποια από αυτά- με μία λέξη. Κάποτε και με ένα μόνο γράμμα…

Διάσημο και ξεχωριστό ανάμεσα στα κείμενα του αρχαίου ιστορικού Πλούταρχου (45-120μ.Χ.) είναι το «Περὶ τοῦ Έψιλον τοῦ ἐν Δελφοῖς». Πρόκειται για μια φιλοσοφική-θεολογική πραγματεία, όπου διάφοροι σοφοί παρουσιάζουν την άποψή τους για το σύμβολο «Ε» (ή «Ει»), που κοσμούσε τον ναό του θεού Απόλλωνα στους Δελφούς. Αφού παρατεθούν όλων των ειδών οι ερμηνείες για το τι μπορεί άραγε να σημαίνει αυτό το μυστηριώδες γράμμα, στο τέλος ο ίδιος ο Πλούταρχος (για την ακρίβεια το συγγραφικό alter ego του) παρουσιάζει την τελική και πιστεύω πιο σοφή άποψη από όλες – η οποία, όπως σχολίασαν κάποιοι, είναι φανερά επηρεασμένη από την εβραιο-χριστιανική θεολογία.

Ο Jorge Luis Borges (1899-1986), κορυφαίος Αργεντινέζος λογοτέχνης, στο διήγημά του «Ουντρ» (“Undr”), που κινείται στον χώρο του φανταστικού, αναφέρεται σε έναν θρυλικό λαό, του οποίου όλη η ποίηση περιορίζεται σε μία και μόνον λέξη. Είναι η Λέξη. Ενυπάρχει στα παράξενα αντικείμενα του λαού αυτού, στα σχήματα, στη μουσική του (η οποία είναι μονότονη κι όμως περιέχει άπειρες παραλλαγές), βρίσκεται στις ομιλίες, στα σύμβολα, στα βλέμματα, είναι κρυμμένη από όλα τα μάτια και ταυτόχρονα εδώ μπροστά μας. Ελάχιστοι γνωρίζουν αυτήν την υπερ-λέξη. Όμως δεν τους επιτρέπεται, αλλά και ούτε μπορούν, να τη διδάξουν. Πρόκειται για ένα θαύμα, που περικλείει θαύματα. Η Λέξη δεν είναι ο Θεός∙ ωστόσο κανείς τείνει, κατά τη διάρκεια του ατέρμονου ταξιδιού της ανώφελης αναζήτησής της, να νομίσει πως είναι. Κι όταν την ανακαλύψει… Δε βρίσκει τότε έναν Παράδεισο, όπως ίσως περίμενε, αλλά μάλλον μια στιγμιαία ενθύμηση ολόκληρης της δικής του ζωής, με τα φώτα, τα σκοτάδια – και το επικείμενο τέλος της…

Σε ένα άλλο του κείμενο, που ανήκει στην ίδια συλλογή με τίτλο «Το Βιβλίο της Άμμου», στο εξαιρετικό κατά τη γνώμη μου διήγημα «Ο καθρέφτης και το προσωπείο» (“El espejo y la máscara”), ο ίδιος συγγραφέας διηγείται, με υπόβαθρο ένα πραγματικό ιστορικό γεγονός (μάχη του Clontarf, 23 Απριλίου 1014), την προσπάθεια ενός βάρδου να ευχαριστήσει τον παράξενο βασιλιά της Ιρλανδίας. Ο βασιλιάς τού προσφέρει ένα ολόκληρο έτος, χρόνος παραπάνω από αρκετός, ώστε να συνθέσει κάτι ανεπανάληπτο, αντάξιο της νίκης που προηγήθηκε. Κι έτσι, ξεκινά η ασύλληπτη ανάμεσα στους καλλιτέχνες πορεία του ποιητή προς τη «Μοναδικότητα».

(Η λέξη δεν περιέχεται στο διήγημα. Δανείστηκα τον όρο -“Singularity”- από την αστροφυσική: Πρόκειται για την υπέρπυκνη, αδιανόητα μικρή και βαρυτικά άπειρη «στιγμή» στο κέντρο μιας μαύρης τρύπας, όπου δεν ισχύουν πλέον οι νόμοι του σύμπαντος, ούτε ορίζεται ο χώρος ή ο χρόνος. – Μια εικόνα του Θεού;)

Από μία υπέροχη λοιπόν αρχική, εκτενή, «κανονική» ποιητική σύνθεση, που ικανοποίησε όλους, ευγενείς, διανοούμενους και λαό, ο καλλιτέχνης μεταβαίνει, έπειτα από διορία ακόμη ενός έτους, αυτή τη φορά σε ένα κείμενο σαφώς μικρότερο από το πρώτο, εντελώς παράδοξο, και θα έλεγε κανείς έξω από κάθε λογοτεχνία και μορφή γλώσσας. Οι πάντες απομένουν θαμπωμένοι! Αλλά ο βασιλιάς επιμένει με μια νέα πρόταση: Για χάρη της «αδιαμφισβήτητης Τριάδας» οφείλει να υπάρξει και μια τρίτη, τελική, προσπάθεια.

Ένα ακόμη έτος λοιπόν.

Αυτή τη φορά ο καλλιτέχνης παρουσιάζεται δίχως χειρόγραφο, αλλοιωμένος ολότελα, με μια όψη πέρα από τα πάντα. Κάτι μεγαλειώδες -ή ίσως καταστροφικό- πλησιάζει… Όλοι διώχνονται έξω από την αίθουσα του θρόνου. Μένει αυτός και ο βασιλιάς. Και τότε απαγγέλλει, ψιθυριστά, έναν και μόνο στίχο. Μια σειρά λέξεων ασύλληπτης ενέργειας, άγνωστης προέλευσης! Όποιος ακούσει αυτές τις λέξεις έχει διαπράξει την ασυγχώρητη αμαρτία πως γνώρισε την Ομορφιά, την απαγορευμένη στους ανθρώπους. Όποιος -μόνο τυχαία- εισέλθει σε τούτο το μυστήριο… οφείλει να πεθάνει!

φωτο: Steven Wei

Τα κείμενα που μόλις αναφέρθηκαν, και άλλα με όμοιο σκοπό και περιεχόμενο, παραπέμπουν σαφώς είτε σε θεολογικά γραπτά -το όνομα του Θεού, το άγνωστο, που περιέχει μέσα του το παν- (αν και το παν βέβαια δεν περιέχεται στο όνομα αλλά στον ίδιο τον Θεό), είτε σε πρακτικές αποκρυφισμού, μαγείας ή ανατολικών θρησκειών. Και δεν είναι παράδοξο αυτό που λέμε. Διότι το ανείπωτα μικρό, που είναι ωστόσο απείρως μέγα, αποτελεί αγαπημένο θέμα γενικά στον μυστικισμό. Μπορούμε μάλιστα να ισχυριστούμε πως και η ίδια η επιθυμία για εξεζητημένη ανάλυση λογοτεχνικών έργων (στην οποία ήδη παρασυρθήκαμε με πολλή ευχαρίστηση σε τούτο το άρθρο) καθώς και η επιθυμία για απόκρυψη ασυνήθιστα πολλών νοημάτων μέσα σε κείμενα μεγέθους σταγόνας, ίσως εξυπηρετεί κατά βάθος την ανάγκη του ανθρώπου για μυστήριο (το Μέγα Μυστήριο) και απεραντοσύνη. Αλλά πήραμε λάθος δρόμο: Αυτή η υπέρπυκνη τελειότητα δε θα ανευρεθεί σε τούτο τον δρόμο – σε τούτο τον κόσμο…

»»————-¤————-««

Θα συμφωνήσουν οι αναγνώστες ωστόσο, πως μία μόνο λέξη, όσο καλοπροαίρετοι μελετητές και αν είμαστε, δεν μπορεί να θεωρηθεί ή να υποκρύπτει κάποια ιστορία με τα συγκεκριμένα συγγραφικά χαρακτηριστικά που έχουμε ορίσει πιο πάνω ως απαιτούμενα. Κι ούτε υποσχεθήκαμε να μελετήσουμε εδώ τα κείμενα που μελετούν άλλα κείμενα – μάλλον ξεστρατίσαμε μπορώ να πω… Γι’ αυτό ας επανέλθουμε στο σύμπαν των  νανο-διηγημάτων, προσφέροντας λίγα ακόμη παραδείγματα:

Του Χιλιανού συγγραφέα, ποιητή, δοκιμιογράφου και κινηματογραφικού παραγωγού Alejandro Jodorowsky (1929-) :

Μετά τον πόλεμο

Το τελευταίο ανθρώπινο ον έριξε την τελευταία πέτρα της γης πάνω στον τελευταίο νεκρό. Την ίδια εκείνη στιγμή κατάλαβε πως ήταν αθάνατος, γιατί ο θάνατος υπάρχει μονάχα στο βλέμμα του άλλου.

Είναι πολύ ενδιαφέρον εδώ πώς ο συγγραφέας βάζει από το ξεκίνημα τρικλοποδιά στον αναγνώστη, την ίδια ώρα που τον καλεί να συμπορευτεί μαζί του συζητώντας για μεγάλα ζητήματα: Τι είναι ο θάνατος άραγε και ποια η αθανασία; – στην έσχατη ουσία τους. Πώς ορίζεται το έγκλημα και πώς η αρετή; Ποιοι -ή μάλλον πότε- είναι τα ανθρώπινα υποκείμενα «άλλοι» και ποιοι/πότε, «εμείς»; Γιατί χρησιμοποιεί τον παράξενο όρο «ανθρώπινο ον» και όχι απλά «άνθρωπος;». Και το πιο απροσδόκητο από όλα: Το τελευταίο ανθρώπινο ον άραγε σε ΠΟΙΟΥ το κεφάλι έριξε την πέτρα;…

Εδώ θα επαναλάβουμε, έως ότου το καταστήσουμε απόλυτα σαφές, πως το νανο-διήγημα δεν είναι ένα Χαϊκού. Ούτε οποιαδήποτε άλλη μορφή ποίησης. Δεν είναι κάποιο ρητό ή απόφθεγμα. Ούτε μια φιλοσοφική παρατήρηση. Και σίγουρα δεν πρόκειται για σκόρπια λόγια στο χαρτί. Πρόκειται για μια ΙΣΤΟΡΙΑ. Ή έστω το δακτυλικό αποτύπωμα μιας ιστορίας, που δε χώρεσε να γραφτεί. Ο Monterroso έλεγε αστειευόμενος (δεν αποκλείεται και στα σοβαρά) πως τα δικά του μικροσκοπικά κείμενα είναι η περίληψη ενός μυθιστορήματος… Ωστόσο, αντίστροφα πηγαίνοντας, δεν αποκλείεται διόλου ένα Χαϊκού, ένα απόφθεγμα, μια φιλοσοφική ρήση, ή και τυχαίες, συνειρμικές λέξεις στο χαρτί, να αποτελέσουν ένα λαμπρό κείμενο μικρομυθοπλασίας. Εφόσον φυσικά περιέχουν, δηλαδή υπαινίσσονται, μια ιστορία. Εγώ θα πρόσθετα: Και εφόσον μπορούν να δημιουργήσουν ένα σύμπαν από άπειρα ενδεχόμενα.

Ιδού ένα άλλο κείμενο του Jodorowsky, με τρομερό πεδίο για συζήτηση, που φέρει λογοτεχνικό και φιλοσοφικό χαρακτήρα, την ίδια ώρα που αποτελεί μια ολοκληρωμένη ιστορία με αρχή, μέση και τέλος.

Το θήραμα

Αδιάκοπα παραπονιόταν, επειδή τα ίχνη των ποδιών του τον ακολουθούσαν. Αντί να παραμείνει ακίνητος, αυτός συνέχισε να δραπετεύει, ώσπου πέθανε από εξάντληση.

Επειδή είναι ανάγκη να προχωρήσουμε (μήπως για να δραπετεύσουμε από τα ίχνη των δικών μας ποδιών;) αφήνουμε την ανάλυση αυτού του εκτυφλωτικού κειμένου στον αναγνώστη.

Υπάρχουν ωστόσο αρκετές φορές που η ερμηνεία ενός μικρο-διηγήματος είναι σχετικά εύκολη. Βέβαια, αυτό δε σημαίνει πως την ίδια στιγμή δεν κρύβεται μέσα εκεί βάθος νοημάτων.

Του Γερμανού θεατρικού συγγραφέα Wolfgang Borchert (1921-1947):

Ιστορία του αναγνωστικού

Όταν τελείωσε ο πόλεμος, ο στρατιώτης επέστρεψε στο σπίτι του. Δεν είχε όμως ψωμί. Τότε είδε κάποιον που είχε ψωμί. Και τον σκοτώνει.
– Μα δεν επιτρέπεται να σκοτώνεις! του είπε ο δικαστής.
– Γιατί δεν επιτρέπεται; ρώτησε ο στρατιώτης.

Προσέξτε στο παραπάνω διήγημα πώς ολόκληρες κοσμοθεωρίες, καθώς και η ιστορία του εικοστού αιώνα αλλά και των προηγούμενων γενικά (διότι η ιστορία δυστυχώς επαναλαμβάνεται), επίσης η ηθική, η φιλοσοφία, οι θρησκείες, αλλά και η πιθανόν πολύωρη ακροαματική διαδικασία στο δικαστήριο, αποδόθηκαν και συζητήθηκαν και «τελεσιδίκησαν» σε μόνο δύο σειρές…

Για να μη δοθεί παρ’ όλα αυτά η εντύπωση πως τα μικροσκοπικά διηγήματα οφείλουν να λειτουργούν σαν μαύρες τρύπες του διαστήματος, με υπέρπυκνο νοηματικό πυρήνα, γεμάτο απόκρυφους συμβολισμούς που θα ζήλευαν και οι αρχαίοι σοφοί, ας δώσουμε κάτι άλλο, ξανά του Monterroso, πιο ξεκάθαρα κωμικό αυτή τη φορά και με λιγότερο πεδίο εμβάθυνσης σε σχέση με τον Δεινόσαυρο. Τίτλος του:

Ο κεραυνός που έπεσε δυο φορές στο ίδιο μέρος

Ήταν μια φορά ένας Κεραυνός που έπεσε δυο φορές στο ίδιο μέρος. Αλλά βρήκε πως ήδη από την πρώτη είχε κάνει αρκετό κακό, που πια δεν ήταν ανάγκη, και εθλίβη πολύ.

Προσέξτε ότι ο τίτλος μόνο, ως προς την έκταση, είναι το ένα τρίτο αυτού, του κατά άλλα «μυθιστορήματος»…

[Διαβάστε εδώ το Μέρος Δ΄]

[Διαβάστε εδώ το Μέρος Β΄]

[Η φωτογραφία, από Pascal Meier]

]]>
Μήνυμα https://petrosevag.gr/%ce%bc%ce%ae%ce%bd%cf%85%ce%bc%ce%b1/ Thu, 06 Feb 2020 12:37:47 +0000 http://petrosevag.gr/?p=1839 Μήνυμα Περισσότερα »

]]>
Οι τοίχοι μάς παρακολουθούν; Πηγαίνουν όπου πάμε; Ακούνε προσεκτικά τι λέμε, ώστε να ετοιμάσουν την απάντησή τους; Υπάρχουν κάποιες φορές που έχω μια τέτοια εντύπωση.

Βρισκόμουν ένα μεσημέρι στο αυτοκίνητο με τον αδερφό μου. Οδηγούσε. Κάποια στιγμή ανέφερε ένα προσωπικό μας θέμα για το οποίο έχουμε συζητήσει αρκετές φορές και το οποίο θεωρεί (τώρα πια το θεωρώ κι εγώ) αδύνατο να λυθεί. Κάτι σαν Mission Impossible ας πούμε. Γύρισα τότε, την ίδια κιόλας στιγμή, και κοίταξα από το παράθυρο στα δεξιά μου, σχεδόν σαν κάποιος να μου έλεγε: «Κοίτα». Και είδα απέναντι, σε έναν -κάποτε κι άλλοτε- ωραία βαμμένο τοίχο πολλά συνθήματα, άλλα με καθαρά γράμματα κι άλλα άτσαλα γραμμένα. Κι ανάμεσά τους, θαρρείς σε κεντρική, περίοπτη θέση:

IMPOSSIBLE IS NOT A FACT
IT’S AN OPINION

Πρόκειται για μία ρήση του Μοχάμεντ Άλι, την οποία παραθέτω εδώ ολόκληρη:

“Impossible is just a big word thrown around by small men who find it easier to live in the world they’ve been given than to explore the power they have to change it. Impossible is not a fact. It’s an opinion. Impossible is not a declaration. It’s a dare. Impossible is potential. Impossible is temporary. Impossible is nothing.”

Κοιτώντας τον τοίχο, κατεστραμμένο τώρα πια από τα πολλά γραψίματα των διαφόρων ανώνυμων που ήθελαν να πουν κι αυτοί κάτι, σκέφτηκα πως ήταν ίσως η μόνη φορά που είπα: «Χαλάλι!».

Υ.Γ.: Υποπτεύομαι πως την επόμενη φορά που θα περάσω από το ίδιο σημείο, ο τοίχος θα λέει κάτι άλλο. Ή πιθανόν να μη λέει και τίποτε: να είναι τώρα πια ένας καθαρός, δίχως μηνύματα, φρεσκοβαμμένος τοίχος. Ή πιθανόν να μην υπάρχει καν εκεί ένας τοίχος…

[Η φωτογραφία της Annie Spratt]

]]>