Μικροί Δεινόσαυροι-Μέρος Α΄

Η λογοτεχνία, για την οποία πολλοί -και δικαίως- ισχυρίζονται πως αποτελεί ένα ταξίδι στο όνειρο, μια ενέργεια καθαρής ελευθερίας, ή ακόμη και ένα κρυφοκοίταγμα προς την απεραντοσύνη του μεταφυσικού, δεν είναι ωστόσο τυχαία∙ πρόχειρη∙ ανοργάνωτη. Η λογοτεχνία έχει και πρόγραμμα και δομή. Έχει συγκεκριμένους κανόνες. Έχει αισθητική. Έχει παρελθόν και μέλλον, έχει ιστορία, ποικίλες τάσεις, διακλαδώσεις, αιτιολογίες. Η λογοτεχνία είναι ένα οικοδόμημα που χτίζεται αργά μέσα στους αιώνες από εκατοντάδες χιλιάδες χέρια. Δεν μπορεί άρα να πρόκειται για «λίθους, πλίνθους, κεράμους ατάκτως ερριμμένα». (Ξενοφώντος «Απομνημονεύματα Σωκράτους», 3.1.7)

Αυτή η παρατήρηση ελπίζω πως θέτει ένα καλό ξεκίνημα για το ξεκίνημα αυτής της σειράς των συγγραφικών άρθρων, αλλά και για κάθε ξεκίνημα ενός (σπουδαίου) συγγραφέα. (Η λέξη στην παρένθεση είναι κάτι που δυστυχώς δεν μπορεί να το αποφασίσει ο ίδιος∙ μόνο η Ιστορία…) Προκύπτει επομένως αβίαστα το διαχρονικό συμπέρασμα:

ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ Ο,ΤΙ ΜΑΣ ΕΡΘΕΙ!

Στην πραγματικότητα βέβαια όλοι οι μεγάλοι συγγραφείς αυτό ακριβώς κάνουν. Γράφουν ό,τι, όποτε και όπως το επιθυμούν! Όταν κάνουν το αντίθετο, μάλλον μετριότητες παράγουν τελικά. Παρ’ όλα αυτά, τούτο το αυθόρμητο, το τυχαίο και παντελώς ελεύθερο δημιούργημα το πλάθουν με μια απάνθρωπη για τους ίδιους ακρίβεια∙ με μια δουλική μεθοδικότητα…

Και τώρα, έπειτα από την παραπάνω τρυφερή και τόσο αναγκαία εισαγωγή, ας αναπτύξουμε το θέμα μας, που ωστόσο είναι πολύ σχετικό με αυτήν. Αφορά τα μεγέθη των μυθιστορηματικών κειμένων. Προφανώς και ένας συγγραφέας δεν είναι υποχρεωμένος να αποφασίσει εξαρχής αν το κείμενο που θα γράψει πρόκειται να καταλήξει μικρό ή μεγάλο∙ αν ο τάδε εκδοτικός οίκος ή ο άλλος θα το δεχθεί∙ σε ποια φόρμα, αισθητική ή σχολή θα υποτάσσεται – και άλλα τέτοια δεκάδες ενοχλητικά ζητήματα που ακρωτηριάζουν την έμπνευση. Ο συγγραφέας απλά βυθίζεται στον υπέροχο κόσμο της ιστορίας του και όταν εξέρχεται από αυτόν, μόνο τότε, οφείλει να αντιμετωπίσει, ή και να λογοδοτήσει, στην πραγματικότητα.

Αυτή η εκ των υστέρων ψυχρή -αριθμητική μερικές φορές- αντιμετώπιση των κειμένων, έχει θέσει τους προσδιορισμούς «διήγημα», «νουβέλα», «μυθιστόρημα». Τα τρία αυτά είδη, που μάλλον είναι δύο, διαφέρουν οπωσδήποτε και πρώτα από όλα στο μέγεθος. Ταυτόχρονα διαφέρουν και στον τρόπο που παρουσιάζονται και εξελίσσονται οι χαρακτήρες και η δράση. Μερικοί θέτουν, τελείως προσεγγιστικά φυσικά, ως όρια τα εξής: Ένα διήγημα κυμαίνεται από 500 έως 5.000 λέξεις. Μια νουβέλα από 5.000 έως 50.000. Ένα μυθιστόρημα από 50.000 λέξεις έως το άπειρο. Για πρακτικούς λόγους, αρκετές φορές και για καλλιτεχνικούς, ένα πολύ μεγάλο μυθιστόρημα χωρίζεται σε τόμους, σχηματίζοντας τριλογίες, τετραλογίες κτλ.

Υπάρχουν ωστόσο διηγήματα μικρότερα και του μικρού. Είναι τα λεγόμενα «μπονσάι». Όπως τα αντίστοιχα ιαπωνικής  προέλευσης δέντρα-καλλιτεχνήματα κρύβουν ολόκληρη τη μορφολογία και φυσιολογία του πρωτότυπου δέντρου μέσα σε μια μινιατούρα, έτσι συμβαίνει και με αυτά τα διηγήματα. Τα τελευταία χρόνια πληθαίνουν οι ιστοσελίδες και οι λογοτεχνικοί διαγωνισμοί που αφορούν το συγκεκριμένο είδος. Συνήθως ζητείται ως έκταση μία ιστορία γύρω στις 100-200 λέξεις, πιο σπάνια φτάνουν και στις 300. Για να δώσουμε μια ιδέα σε όσους δε μέτρησαν ποτέ τα ίχνη της πληκτρολόγησής τους, η έκταση αυτής της παραγράφου είναι 115 λέξεις. Άρα ένας συγγραφέας οφείλει να δημιουργήσει έναν ολόκληρο κήπο μέσα σε αυτό το αποπνικτικά στενό παρτέρι. Ανέφικτο; Όχι, όπως μαρτυρούν τόσα πολλά όμορφα κείμενα!

»»————-¤————-««

Υπάρχει ωστόσο και μια κατηγορία υπέρμικρων διηγημάτων, «νανοδιηγημάτων» θα τα ονομάζαμε, επηρεασμένοι από τους αντίστοιχους κλάδους της μοντέρνας Φυσικής και της Τεχνολογίας Υλικών (που ξεκινούν με το πρόθεμα «νανο-»). Αυτές οι μικροσκοπικές σταγόνες λογοτεχνίας αρκετές φορές μπορεί να έχουν έκταση δύο ή τρεις φράσεις μονάχα.

Το συντομότερο και αρχαιότερο διήγημα από αυτή την άποψη αποδίδουν οι θαυμαστές του στον Ernest Hemingway (1899-1961), που κάποτε, καθώς γευμάτιζε στο “Luchow’s” παρέα με άλλους συγγραφείς, τους προκάλεσε να βάλει ο καθένας τους από δέκα δολάρια στη μέση του τραπεζιού, στοιχηματίζοντας πως μπορούσε να γράψει μια ολόκληρη ιστορία μέσα σε λίγες λέξεις! Συγκεκριμένα έξι. (Άλλοι κάνουν λόγο για τέσσερις∙ το διήγημα αυτό αποδίδεται και με τέσσερις μόνο.) Αν δεν τα κατάφερνε, είπε, θα έχανε το στοίχημα. Αν όμως τα κατάφερνε, θα γινόταν ελαφρώς πιο πλούσιος. Εκείνοι δεν πίστεψαν πως θα μπορούσε. Αυτός πήρε όμως την ίδια στιγμή μια χαρτοπετσέτα που είχε μπροστά του και έγραψε πάνω της:

For Sale:
Baby Shoe. Never Worn.

(Προς πώληση: Παιδικά παπούτσια. Εντελώς αφόρετα.)

Μια σπουδαία ιστορία φαίνεται πως κρύβεται μέσα σε αυτές τις 6 λέξεις. Καθεμία εγείρει αναπάντητα ερωτήματα: Γιατί να πωλούνται; Γιατί δε φορέθηκαν; Τι συνέβη; Υπονοείται άραγε μια τραγωδία, όπου μια νεαρή φτωχή γυναίκα κλαίει πάνω από τα ρουχαλάκια του μωρού της; Τα οποία η ίδια ετοίμασε; Το οποίο ελάχιστα μόνο χάρηκε; Ένα ολόκληρο νέο σύμπαν από φανταστικές αλλά και πραγματικές διηγήσεις ξεπετάγεται από τούτο το απειροελάχιστο κοσμικό αυγό. Κανείς από τους παρόντες στο στοίχημα, ίσως ούτε καν ο ίδιος συγγραφέας, είχαν ιδέα τι ξεκινούσε εκείνη τη στιγμή…

Κάποιοι ερευνητές αργότερα συσχέτισαν το διήγημα με ένα άρθρο που μας πάει πολύ πίσω, στις 16 Μαΐου του 1910. Η εφημερίδα “The Spokane Press” στο Σποουκέν της πολιτείας Ουάσινγκτον είχε γράψει:

Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ ΕΝΟΣ ΜΩΡΟΥ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΤΑΙ ΣΕ ΜΙΑ ΠΩΛΗΣΗ ΡΟΥΧΩΝ.
Ο κόσμος πράγματι είναι ένα σύμπλεγμα από χαρές και λύπες. Ένα συνεχές θεατρικό έργο πλασμένο από δράματα και κωμωδίες. Ακόμη και στην καθημερινότητα, κάποια μικροπράγματα και γεγονότα, ίσως ασήμαντα και έξω από τη δική μας ζωή, συνθέτουν κάποτε μια συγκινητική ιστορία. Το περασμένο Σάββατο εμφανίστηκε η εξής μικρή αγγελία σε μια τοπική εφημερίδα: “Πωλούνται χειροποίητα βρεφικά ρούχα και παιδικό κρεβατάκι. Αχρησιμοποίητα”. Η διεύθυνση ήταν στην οδό…

Μια ολόκληρη σειρά παρόμοιων γεγονότων και λογοτεχνικών δημιουργιών, φαινομενικά ασυσχέτιστων μεταξύ τους, ακολουθεί τα επόμενα χρόνια εκείνο το κάπως μελοδραματικό άρθρο της εφημερίδας. (Ο αναγνώστης μπορεί να βρει περισσότερες πληροφορίες σε αυτό το πολύ ενδιαφέρον άρθρο, από όπου και η εικόνα.) Άραγε ο διάσημος συγγραφέας πληροφορήθηκε κάποια στιγμή κάποιο από όλα αυτά τα γεγονότα και εμπνεύστηκε -ή έκλεψε- για να δημιουργήσει το δικό του έργο; Κανείς δεν μπορεί να το ισχυριστεί. Και κανείς δεν μπορεί να το αποκλείσει. Η ομοιότητα είναι ενοχλητική… Ακόμη και το ίδιο το περιστατικό του στοιχήματος αμφισβητείται από πολλούς, καθώς ήρθε στη δημοσιότητα κάμποσα χρόνια μετά τον θάνατο του συγγραφέα και μπορεί να επρόκειτο και αυτό απλά για μία φάρσα. Πάντως είτε συνέβη είτε όχι, αποτελεί σίγουρα έναν από τους πολλούς θρύλους, τόσο γοητευτικούς και μυστηριώδεις, της παγκόσμιας Ιστορίας της Λογοτεχνίας!

[Διαβάστε το Μέρος Β΄ εδώ]

[Η φωτογραφία, της Insung Yoon]

Scroll to Top